Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών, Ανδρέας Ζαχαριάδης, παρουσίασε πρόσφατα ένα νομοσχέδιο που αποσκοπεί στην επίλυση του ζητήματος των πολλαπλών συντάξεων που λαμβάνουν οι αξιωματούχοι μετά τη λήξη της θητείας τους. Σύμφωνα με τον κ. Ζαχαριάδη, η προτεινόμενη λύση είναι η καταβολή εφάπαξ ποσού στους αξιωματούχους, χωρίς ωστόσο να διατηρούν δικαίωμα σε σύνταξη κατά την ολοκλήρωση της θητείας τους. Αυτή η προσέγγιση αφορά κάνοντες σε μελλοντικές θητείες και επιδιώκει να αποφύγει ενδεχόμενα συνταγματικά ζητήματα που θα μπορούσαν να προκύψουν με την εφαρμογή της σε υφιστάμενους αξιωματούχους.
Η πρόταση του Υπουργείου Οικονομικών έρχεται ως απάντηση στην ανάγκη για αναμόρφωση και εκσυγχρονισμό του συστήματος αποδοχών των δημοσίων αξιωματούχων, δεδομένων των προκλήσεων που συνδέονται με τις οικονομικές συνθήκες της χώρας. Ανέφερε επίσης ότι υπάρχει ένας στόχος για την απλοποίηση των διαδικασιών μέσω μιας ενιαίας νομοθεσίας που θα αφορά όλα τα ζητήματα που προκύπτουν για τους αξιωματούχους.
Αυτή η ολιστική προσέγγιση μπορεί να συμβάλλει στη βελτίωση της διαφάνειας και της δικαιοσύνης στο σύστημα των συντάξεων, προωθώντας τις αρχές της ισότητας απέναντι στις δημόσιες δαπάνες. Ενδέχεται, ωστόσο, να προκαλέσει αντιδράσεις από διάφορες πλευρές, οι οποίες θα αξιολογήσουν τη λειτουργικότητα και την ηθική διάσταση της προτεινόμενης λύσης. Στη σημερινή εποχή, η διαχείριση των δημοσίων οικονομικών απαιτεί ευελιξία και προσαρμοστικότητα, στοιχεία που το συγκεκριμένο νομοσχέδιο φαίνεται να ενσωματώνει.
Η πρόσφατη νομοθεσία που αφορά τη διαδικασία υπολογισμού του εφάπαξ για αξιωματούχους περιλαμβάνει σημαντικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες στοχεύουν στη βελτίωση της διαφάνειας και της δικαιοσύνης στον δημόσιο τομέα. Ο τρόπος υπολογισμού του εφάπαξ βασίζεται σε τρεις κρίσιμους παράγοντες: την αμοιβή του αξιωματούχου, τον χρόνο υπηρεσίας και έναν καθορισμένο πολλαπλασιαστή που καθορίζεται στη νομοθεσία. Αυτές οι διατάξεις προσπαθούν να εξασφαλίσουν ότι οι αμοιβές είναι αναλογικές και δίκαιες.
Επιπλέον, η τροποποίηση του νόμου περί φορολογίας εισοδήματος προβλέπει τη φορολόγηση του εφάπαξ με ποσοστό 15%, ενώ οι αξιωματούχοι θα καταβάλουν επίσης έναν επιπλέον φόρο 3% επί της μηνιαίας τους αμοιβής κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Αυτές οι αλλαγές ενδέχεται να επηρεάσουν τις οικονομικές υποχρεώσεις των αξιωματούχων, αλλά στοχεύουν στην αναδιανομή πόρων και στην ενίσχυση του κρατικού προϋπολογισμού.
Όσον αφορά τη μεταφορά της συνταξιοδότησης από τα 60 στα 65 έτη για τους υφιστάμενους αξιωματούχους, η πρόταση αυτή έχει προκαλέσει έντονο διαρκή διάλογο. Αν και υπάρχουν αντιφάσεις και αδικίες στο υφιστάμενο σύστημα, οι υποστηρικτές του νομοσχεδίου εκφράζουν την πεποίθηση ότι στο μέλλον αυτές οι στρεβλώσεις θα εξαλείφονται.
Ο Γενικός Λογιστής, Ανδρέας Αντωνιάδης, υπογράμμισε ότι η εφαρμογή του νομοσχεδίου θα είναι απλή και πρακτική, αποφεύγοντας έτσι πιθανές δυσκολίες στην εφαρμογή του. Παράλληλα, εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας επεσήμανε ότι οι νέες ρυθμίσεις διασφαλίζουν την προστασία των κεκτημένων δικαιωμάτων, επιβεβαιώνοντας την συνταγματική τους νομιμότητα.
Ωστόσο, ο σκεπτικισμός που εκφράστηκε από μέλη της Βουλής αναφορικά με το νομοσχέδιο αντικατοπτρίζει τις ανησυχίες για τις μακροχρόνιες συνέπειες αυτών των αλλαγών. Η επιτυχία της νομοθεσίας θα εξαρτηθεί από την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής της και την αποδοχή της από τους ενδιαφερόμενους.
Η πρόσφατη τοποθέτηση της Προεδρεύουσας της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών και Βουλευτού του ΔΗΚΟ, Χριστιάνας Ερωτοκρίτου, σχετικά με το κυβερνητικό νομοσχέδιο για τις πολλαπλές συντάξεις αναδεικνύει σοβαρές ανησυχίες εντός του πολιτικού σκηνικού. Η θέση του ΔΗΚΟ, σύμφωνα με την κ. Ερωτοκρίτου, είναι απολύτως αρνητική προς το προτεινόμενο νομοσχέδιο, το οποίο, όπως ισχυρίζεται, δεν επιλύει τις κομβικές αδυναμίες του υφιστάμενου συστήματος, αλλά αντιθέτως δημιουργεί νέες κατηγορίες προνομιούχων.
Η κ. Ερωτοκρίτου τόνισε ότι η ταυτόχρονη λογιστική αντιμετώπιση μισθών και συντάξεων είναι αντίθετη με τις αρχές της δικαιοσύνης και του κοινωνικού δίκαιου. Η δημιουργία εφάπαξ καταβολών για βουλευτές πολλαπλών θητειών οδηγεί σε επιδείνωση των ανισοτήτων που ήδη υπάρχουν. Το ΔΗΚΟ, διαβεβαίωσε η προεδρεύουσα, δεν συμμετείχε στη διαμόρφωση του νομοσχεδίου, υπογραμμίζοντας ότι η θέση του κόμματος θα είναι συγκροτημένη στη συζήτηση, σε μία προσπάθεια να προωθηθούν δικαιότερες ρυθμίσεις.
Από την άλλη πλευρά, ο Βουλευτής του ΔΗΣΥ, Ονούφριος Κουλλά, διατύπωσε επίσης τον έντονο προβληματισμό του, παρατηρώντας τη δημιουργία προνομιακών συνθηκών για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τους Υπουργούς, γεγονός που εγείρει σοβαρές ανησυχίες για την ισοπολιτεία. Αναφέρθηκε στην απουσία ρυθμίσεων για τις επαγγελματικές συντάξεις, κάτι που μπορεί να αποδυναμώσει την αίσθηση της ίσης μεταχείρισης.
Τόσο οι παρατηρήσεις της κ. Ερωτοκρίτου όσο και του κ. Κουλλά αναδεικνύουν την ανάγκη για μια πιο δίκαιη και διαφανή προσέγγιση στο ζήτημα των συντάξεων. Οι προτάσεις για σταδιακή κατάργηση της ταυτόχρονης λήψης μισθού και σύνταξης από το ΔΗΣΥ ενδέχεται να προσφέρουν μια πιο λογική λύση στα υφιστάμενα προβλήματα. Εν κατακλείδι, το ζήτημα των συντάξεων απαιτεί προσεκτική εξέταση και ενεργητική συμμετοχή όλων των πολιτικών φορέων, ώστε να διασφαλιστεί η κοινωνική δικαιοσύνη και η ισότητα στο δημόσιο βίο.
Η πρόσφατη δημόσια τοποθέτηση του βουλευτή του ΑΚΕΛ, Άριστου Δαμιανού, αναφορικά με το νομοσχέδιο για τις πολλαπλές συντάξεις, αποκαλύπτει σοβαρές αδυναμίες στην κυβερνητική πολιτική. Ο κ. Δαμιανούς, επικαλούμενος την προεκλογική δέσμευση της κυβέρνησης για την κατάργηση των πολλαπλών συντάξεων, υπογράμμισε την αντίφαση της σημερινής στάσης της κυβέρνησης που δηλώνει αδυναμία να επηρεάσει τις συντάξεις των υφιστάμενων αξιωματούχων. Αυτή η ανευθυνότητα, όπως επεσήμανε, δεν αφορά μόνο τη διαφάνεια στις δημοσιονομικές πολιτικές αλλά προδιαγράφει και την επιδείνωσή τους, δεδομένων των οικονομικών δυσκολιών που μαστίζουν την κοινωνία.
Επιπροσθέτως, η κριτική του κ. Δαμιανού για την έλλειψη ουσιαστικής μεταρρύθμισης στο προτεινόμενο πλαίσιο ενισχύει την ανάγκη για μια πραγματική και διαφανή συζήτηση με την κυβέρνηση. Το γεγονός ότι το νομοσχέδιο φαίνεται να οδηγεί σε χορήγηση επιπρόσθετων φιλοδωρημάτων στους εν ενεργεία αξιωματούχους, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου της Δημοκρατίας, εγείρει σοβαρές ανησυχίες για τις προτεραιότητες της κυβέρνησης.
Από την άλλη πλευρά, η παρέμβαση του βουλευτή της ΔΗΠΑ – Συνεργασία, Αλέκου Τρυφωνίδη, επιβεβαιώνει τις προαναφερθείσες ανησυχίες αναφορικά με την έλλειψη ουσιαστικής διαβούλευσης. Ο κ. Τρυφωνίδης υπογράμμισε ότι η μία μοναδική συνάντηση στο Υπουργείο Οικονομικών δεν αρκεί για να καταστεί δυνατή η επαρκής σχεδίαση ενός νόμου που θα διορθώσει τα προβλήματα των πολλαπλών συντάξεων. Επιπλέον, η προοπτική δημιουργίας νέων ζητημάτων, όπως η καθιέρωση πολλαπλών φιλοδωρημάτων, καταδεικνύει την ελλιπή προσέγγιση του θέματος.
Συνολικά, η τρέχουσα κατάσταση απαιτεί μια διαφανή πολιτική συζήτηση, στην οποία θα συμμετέχουν όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς, συμπεριλαμβανομένου του Υπουργού Οικονομικών. Μόνο μέσα από τη συνεργασία και τη διαβούλευση μπορεί να επιτευχθεί μια δίκαια και αντικειμενική λύση, η οποία θα συνάδει με τις ανάγκες της κοινωνίας και θα προασπίσει τα δημόσια οικονομικά.