Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου να απορρίψει την έφεση που κατατέθηκε κατά της απόφασης του Εκλογοδικείου για την εκλογή του κοινοτάρχη Άλασσας, Σάββα Σάββα, προκαλεί σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τη διαδικασία των εκλογών και τα δικαιώματα των ψηφοφόρων. Η ακύρωση της εκλογής του, που προήλθε από προσφυγή του ανθυποψηφίου του Αιμίλιου Τοφαλλή, στηρίχθηκε στην έλλειψη μόνιμης κατοικίας του Σάββα στην κοινότητα, στοιχείο που το Εκλογοδικείο έκρινε ως αναγκαίο για την εγκυρότητα της εκλογής.
Είναι κατανοητό ότι οι δικαστικές αποφάσεις οφείλουν να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τη νομοθεσία, ωστόσο η θέση του Σάββα, ότι τα δικαιώματα των ψηφοφόρων καταπατώνται, είναι ιδιαίτερα σημαντική. Ο ίδιος εξέφρασε την αντίθεσή του προς τη λογική ότι τα δικαστήρια έχουν ρόλο στην εκλογική διαδικασία και υποστήριξε ότι οι πολίτες πρέπει να έχουν την εξουσία να επιλέγουν τους εκπροσώπους τους.
Επιπλέον, τα ζητήματα που προβλήθηκαν στην έφεση, όπως η ερμηνεία του νόμου και οι προδικαστικές ενστάσεις, αναδεικνύουν την ανάγκη για σαφή και διαφανή εκλογικούς κανόνες. Η χρονοβόρα διαδικασία που προκαλεί η επικοινωνία μεταξύ των εκλογικών αρχών και του Υπουργείου Εσωτερικών σχετικά με την πιθανότητα νέων εκλογών, δείχνει τις αβεβαιότητες που επικρατούν στον τομέα της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Καθώς η κοινότητα αναμένει τις οδηγίες από το Υπουργείο Εσωτερικών, η πρόταση του Σάββα για επαναδιενέργεια εκλογών μπορεί να θεωρηθεί ως ένα μέσο αποκατάστασης της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς. Τα αποτελέσματα της απόφασης του Ανώτατου Δικαστηρίου καθιστούν επιτακτική την ανάγκη για διάλογο σχετικά με τη λειτουργία και τον έλεγχο των εκλογών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η δημοκρατική διαδικασία και η βούληση των ψηφοφόρων.